Η ΝΙΤΣΑ ΠΝΙΓΕΙ ΤΗΝ ΤΑΥΛΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΩ ΣΕ ΕΝΑ ΛΟΥΤΣΟ
Σάββατο πρωί, η ζέστη αφόρητη από νωρίς και βγήκα στον κήπο να καθαρίσω τα χόρτα που είχαν μεγαλώσει, να στήσω το σαλόνι του κήπου και την ομπρέλα για να μπορούμε να πιούμε ένα καφέ στην ηρεμία και στη δροσιά. Στο παραδίπλα μπαλκόνι του πρώτου ορόφου, της δίπατης μεζονέτας, βγήκε η Μαργαρίτα με την (ανήλικη) κόρη της για να φτιάξουν φούσκες με σαπουνάδα. Σήκωσα το κεφάλι μου να πω μια καλημέρα και έπαθα το πρώτο σοκ. Η Μαργαρίτα φορούσε ένα εκρού νυχτικάκι, κοντό, που μετά βίας κάλυπτε την κωλάρα της, χωρίς σουτιέν και με ένα υπέροχο κόκκινο βρακάκι που ήταν χωμένο μέσα στα κωλομάγουλα της.
Αφού συνήρθα και κατάφερα να ξεκολλήσω το βλέμμα μου από τα μπούτια της, τη χαιρέτησα και την άφησα να παίξει με την κόρη της. Που όμως όρεξη για δουλειά. Η πουτσα μου άρχισε να φουσκώνει μέσα στη βερμούδα. Η ματιά μου όλο στον κώλο ή στα βυζιά της Μαργαρίτας έπεφτε. Μισή ώρα περίπου, μου έδειχνε τα αφράτα κωλομέρια της και τα στητά της βυζιά, αλλά πάντα με μεγάλη προσοχή, μη μας καταλάβει η κόρη της. Αλλά η γυναίκα ήξερε καλά να ..........
loading...
παίζει έναν άντρα. Έστειλε την κόρη της να πάει στο δωμάτιο της να παίξει. Εκεί φοβήθηκα ότι όλα τέλειωσαν, αλλά έκανα λάθος. Μόλις η μικρή έφυγε, η Μαργαρίτα πηρέ το λάστιχο και τη σκούπα, να καθαρίσει το μπαλκόνι. Σκυμμένη πλέον σε ορθή γωνία, έχω τέλεια θέα του κόκκινου στρινγκ που έχει χωθεί για τα καλά μέσα στα μουνόχειλα της, που γυαλίζουν από τα υγρά της.Γυρίζει το πρόσωπο της προς εμένα, σκύβει ξανά σε ορθή γωνία και να όλο το στήθος με 2 ρώγες μεγάλες και σκληρές μπροστά μου. Με κοιτάζει στα μάτια, χαμογελάει πρόστυχα και μου κλείνει το μάτι. Με το δάχτυλο της μου κάνει νόημα να πάω κοντά της. Μας χωρίζει μόνο ένας φραχτείς μισό μέτρο ύψος.
- Είναι μέσα η γυναίκα μου, της λέω.
- Μήπως θα μπορούσες να μου φτιάξεις τη βρύση που ξανά χάλασε;… απαντά.
- Μισό να πάρω τον κάβουρα και είμαι εκεί…
απαντώ και μπαίνω στο σπίτι να πάρω τα εργαλεία μου. Λέω στη σύζυγο ότι πάω να φτιάξω τη βρύση της Μαργαρίτας και φεύγω βολίδα για εκεί. Ήδη έχει στείλει την κόρη της στο περίπτερο και μετά σε μια φίλη της να παίξουν. Ο γιος της λείπει για όλο το Σ.Κ. Κρίμα που δεν έχω πολύ χρόνο. Χτυπώ το κουδούνι της πόρτας και μου ανοίγει χωρίς το νυχτικάκι, μόνο με το κόκκινο στρινγκ. Μια υπεροχή μυρωδιά έρχεται στα ρουθούνια μου, είναι το άρωμα από το μουνάκι της. Χωρίς πολλά-πολλά, κλείνω την πόρτα, μου κατεβάζει τη βερμούδα με το εσώρουχο και έχει μπροστά στο στόμα της τον ξυρισμένο πούτσο μου. Σηκώνει το βλέμμα της και κοιτώντας με βαθιά μέσα στα μάτια, με πιάνει από τα κωλομέρια και χώνει την πουτσα μου στο στόμα της, μέχρι μέσα.
Την γλείφει σε όλο το μήκος, ρουφά τα αρχίδια μου, τη φτύνει και έχω χαθεί σε άλλο κόσμο. Η ώρα έχει σταματήσει. Χύνω και τα καταπίνει όλα, γλείφει τα χείλη της με τη γλώσσα και ξαπλώνει στον καναπέ με ανοιχτή τα πόδια.
- Ξέρεις τι πρέπει να κάνεις, μου λέει.
Βγάζω το βρακάκι της, το μουνάκι της αποτριχωμένο τέλεια, τα υγρά της τρέχουν και μουσκεύουν τα μπούτια της και τώρα, όπως ξαπλώνει, τη σφιχτή κωλοτρυπίδα της. Ξεκινώ ένα γλειφομούνι και αυτή σπαράζει, βογκάει, μου τραβάει τα μαλλιά. Χώνω όλη τη γλώσσα μου μέσα στο μουνί της και μαζί βάζω και ένα δάχτυλο. Η Μαργαρίτα είναι έτοιμη να έρθει σε οργασμό. Πιπιλίζω την κλειτορίδα της, ρουφώ τα μουνόχειλα της και σιγά-σιγά σπρώχνω τη γλώσσα μου στην πίσω τρυπούλα της. Δυο δάχτυλα στο μουνί, ξανά γλείψιμο με τη γλώσσα και τώρα πλέον πιέζω και ένα δάχτυλο στον κώλο της. Ένα μακρόσυρτο «αχ…» γέμισε το χώρο. «Χύνω, χύνω η πουτάνα…» φώναξε και μου πέταξε όλα τα υγρά της στο στόμα και τη γλώσσα. Τα ήπια όλα και αμέσως σηκώθηκα και της έδωσα ένα γλωσσόφιλο. Η πουτσα μου όμως, είχε ξανασηκωθεί και ήθελε κι άλλο.
Τη γυρίζω στα τέσσερα με το στήθος στην πλάτη του καναπέ και χώνω δυο δάχτυλα στην ήδη υγρή και ψιλοδουλευμένη κωλοτρυπίδα της.
- Σκίσε με, δεν έχουμε πολύ χρόνο…
μου είπε. Φορώ καπότα και άρχισα να μπαίνω στον κώλο της. Τέλεια αίσθηση. Ζεστός και στενός. Αφού μπήκα ολόκληρος με 3 κινήσεις, της είχα κλείσει το στόμα με το χέρι μου να μη φωνάξει, άρχισα να την καρφώνω ανελέητα. Τον έβγαζα όλο και τον ξανά κάρφωνα στο κωλάντερο της. Τον έβγαζα, κοιτούσα την τρύπα της που είχε γίνει σα δίευρο πλέον και ξανά μέσα.
- Χύσε με καύλα, δεν αντέχω άλλο. Με έσκισες, δε θα μπορώ να κάτσω.
10 λεπτά της έσκιζα τον πάτο και όταν ήμουν έτοιμος να χύσω, τη γύρισα, έβγαλα την καπότα και της τον έβαλα στο στόμα όπου και άδειασα το καυτό μου σπέρμα. Ένα χαμόγελο ευτυχίας σχηματίστηκε στο πρόσωπο της Μαργαρίτας. Ντύθηκα, πήρα τον κάβουρα και την άφησα ευτυχισμένη στον καναπέ, λέγοντας της… «εάν χαλάσει καμία βρύση, μη διστάσεις, να με φωνάξεις κι εγώ θα τη φτιάξω».
Δεν υπάρχουν σχόλια